- N.Πλαστήρας
- Αντώνης Σαμαράκης
- Γιώργος Νάκος
- Δημήτρης Γιολδάση
-
Ο Νικόλαος Πλαστήρας
(4 Νοεμβρίου 1883 - 26 Ιουλίου 1953) ήταν στρατιωτικός και πολιτικός στη νεότερη Ελλάδα. Έγινε γνωστός για την στρατιωτική του δράση κατά τους Βαλκανικούς Πολέμους (όπου έγινε γνωστός ως Μαύρος Καβαλάρης) και την Μικρασιατική εκστρατεία και πολλές φορές ενεπλάκη με την πολιτική συμμετέχοντας ή οργανώνοντας κινήματα. Ο Νικόλαος Πλαστήρας κυβέρνησε την Ελλάδα τρεις φορές, μία το 1945 και άλλες δύο στα 1951-1952. Επί κυβερνήσεως του απαλλοτριώθηκαν τα περισσότερα τσιφλίκια και αποδόθηκε η γη στους καλλιεργητές.
Στρατιωτική δράση
Γιος του Χρήστου Πλαστήρα και της Στεργιανώς Καραγιώργου, γεννήθηκε στο Μορφοβούνι Καρδίτσας το 1883. Αφού τελείωσε το Γυμνάσιο κατατάχθηκε στον στρατό το 1904 και υπηρέτησε στο 5ο Σύνταγμα Πεζικού στα Τρίκαλα όπου προήχθη σε υπαξιωματικό. Το 1905 πήρε μέρος στον Μακεδονικό αγώνα. Συμμετείχε ενεργά στον «Σύνδεσμο Υπαξιωματικών» που είχε σκοπό την αξιοκρατία και την εξυγίανση του Στρατού και ήταν παράλληλη με τον «Στρατιωτικό Σύνδεσμο» των αξιωματικών, που έκανε το Κίνημα στο Γουδί το 1909. Το 1910 εισήχθη στην Σχολή Υπαξιωματικών της Κέρκυρας από όπου εξήλθε το 1912 ως Ανθυπολοχαγός.Κατά τους Βαλκανικούς Πολέμους διακρίθηκε στις μάχες της Ελασσόνας, των Γιαννιτσών και του Λαχανά, και ιδιαίτερα στην τελευταία στην οποία ονομάστηκε από τους συμπολεμιστές του Μαύρος Καβαλάρης. Το 1914 πήρε μέρος στον Βορειοηπειρωτικό αγώνα.
Στην περίοδο του Διχασμού, κατά τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο τάχθηκε με το Κίνημα Εθνικής Αμύνης (Σεπτέμβριος 1916) και συμμετείχε σ΄ αυτό, όταν υπηρετώντας τότε ως λοχαγός στη Λευκάδα μαζί με 11 άλλους αξιωματικούς της μονάδας του εγκατάλειψε τη θέση του και κινήθηκε στη Θεσσαλονίκη. Πολέμησε στο Μακεδονικό μέτωπο όπου τραυματίστηκε και προάχθηκε σε ταγματάρχη. Στην μάχη του Σκρα διακρίθηκε ως διοικητής τάγματος και προήχθη "επ' ανδραγαθία" σε αντισυνταγματάρχη. Το 1919 με το 5/42 Σύνταγμα Ευζώνων συμμετείχε στη εκστρατεία της Αντάντ στην Ουκρανία, κατά των Μπολσεβίκων, όπου μετά την αποτυχία της επιχείρησης διέφυγε στο Γαλάτσι της Ρουμανίας και από εκεί προαχθείς σε συνταγματάρχη, επικεφαλής της μονάδας του μεταφέρθηκε στην Σμύρνη.
Στην Μικρασιατική εκστρατεία έδωσε πολλές νικηφόρες μάχες με λίγες απώλειες που τον έκαναν γνωστό στους αντιπάλους που τον ονόμασαν «καρά-πιπέρ» (μαύρο πιπέρι), ενώ το 5/42 σύνταγμα ευζώνων έγινε γνωστό ως «σεϊτάν ασκέρ» (στρατός του διαβόλου). Κατά την προέλαση, έφτασε μέχρι το Καλέ-Γρότσο, πέρα από τον Σαγγάριο. Αναφέρεται ότι τις νύχτες έμενε μόνος του ως σκοπός για να ξεκουράζονται οι άντρες του, και κοιμόταν έφιππος κατά την πορεία της επόμενης ημέρας. Κατά την κατάρρευση του μετώπου ο Πλαστήρας κατάφερε να δώσει μάχες υποχωρώντας τακτικά, μαζεύοντας στρατιώτες από διαλυμένες μονάδες. Με την καθυστέρηση που προέβαλε στην επέλαση του εχθρού έδωσε την ευκαιρία σε πολλούς πρόσφυγες να διαφύγουν, σώζοντάς τους από τους Τούρκους. Για την πράξη του αυτή αγαπήθηκε πολύ από τους πρόσφυγες, στο σημείο να βαφτίζουν τα παιδιά τους με το όνομα του.
Πολιτική δράση
Μετά τη Μικρασιατική καταστροφή και την Eπανάσταση της 11ης Σεπτεμβρίου των στρατιωτικών δυνάμεων στη Χίο και τη Λέσβο, το 1922, ανέλαβε την αρχηγία της επαναστατικής επιτροπής (από όπου απέκτησε και το προσωνύμιο 'Αρχηγός'). Τον Σεπτέμβριο του 1922 μετέβη στην Αθήνα όπου ανέτρεψε την κυβέρνηση και υποχρέωσε τον βασιλιά Κωνσταντίνο Α' σε παραίτηση υπέρ του γιου του Γεωργίου Β' και σχημάτισε επαναστατική κυβέρνηση χωρίς όμως να συμμετάσχει σ´αυτήν. Με τη φροντίδα του περιθάλπηκαν και στεγάστηκαν εκατοντάδες χιλιάδες πρόσφυγες της Μικράς Ασίας, και με νομοθετικό διάταγμα (14 Φεβρουαρίου 1923), έδωσε λύση στο αγροτικό ζήτημα, διανέμοντας το μεγαλύτερο μέρος των τσιφλικιών, στους ακτήμονες. Χάρη σ´αυτόν και τον Θεόδωρο Πάγκαλο αναδιοργανώθηκε ο στρατός και ανασυντάχθηκε η στρατιά του Έβρου, δίνοντας ένα βοήθημα στον Ελευθέριο Βενιζέλο, κατά τις διαπραγματεύσεις για την Συνθήκη της Λωζάνης, περιορίζοντας τις απαιτήσεις του Κεμάλ. Επίσης υποστήριξε και ανέλαβε την ευθύνη για την «εκτέλεση των έξι», κατευνάζοντας τον λαό που ζητούσε την τιμωρία των υπεύθυνων για την Μικρασιατική καταστροφή.
Μεσοπόλεμος
Μετά τις εκλογές τον Δεκέμβριο του 1923 κατέθεσε την εξουσία στα χέρια της εκλεγμένης κυβέρνησης. Τον Ιανουάριο του 1924 παραιτήθηκε και αποστρατεύτηκε με τον βαθμό του Αντιστράτηγου. Η Δ' Εθνοσυνέλευση τον ανακήρυξε «Άξιο της Πατρίδος». Αναχώρησε και έζησε για λόγους υγείας στην Ευρώπη ενώ το 1925 εξορίστηκε στην Γαλλία από την δικτατορία του Θεόδωρου Πάγκαλου μετά από προσπάθειά του να τον ανατρέψει.
Το 1933 τις εκλογές κέρδιζε η αντιβενιζελική παράταξη του Παναγή Τσαλδάρη. Πριν ολοκληρωθεί η ανακοίνωση των αποτελεσμάτων, την νύχτα 5 προς 6 Μαρτίου, ο Πλαστήρας οργάνωσε Κίνημα υπέρ του Βενιζέλου και με την έγκριση αυτού, με την δικαιολογία ότι η άνοδος των αντιβενιζελικών στην εξουσία θα σήμαινε το τέλος της Δημοκρατίας. Το κίνημα απέτυχε και κατέφυγε στο Λίβανο και μετά στην Γαλλία. Στο επόμενο Στρατιωτικό Κίνημα, την 1η Μαρτίου 1935 (πάλι με την έγκριση του Βενιζέλου) προσέφερε και πάλι την υποστήριξή του παρ´όλο που ήταν ακόμη στο εξωτερικό, και μετά την αποτυχία του καταδικάστηκε ερήμην σε θάνατο, όπως και ο Βενιζέλος, που όμως έλαβαν όλοι αμνηστία με την παλινόρθωση της Βασιλευομένης Δημοκρατίας τον ίδιο χρόνο, από τον Βασιλέα Γεώργιο Β΄.
To Σεπτέμβριο του 1937, ο Πλαστήρας άρχισε έντονη αντιδικτατορική δραστηριότητα κατά του καθεστώτος του Μεταξά, και έγινε Πρόεδρος της Αντιδικτατορικής Επιτροπής, με μέλη μεταξύ άλλων τον Σοφοκλή Βενιζέλο, τον Αγαμέμνονα Σλήμαν, και τον Κομνηνό Πυρομάγλου. Σε συνέντευξη του σε μία Γαλλίδα δημοσιογράφο, εξέφρασε την άποψη του για τη δικτατορία, τονίζοντας ότι « δέν είναι σύστημα προόδου και εξυψώσεως του διανοητικού επιπέδου των λαών. »
Στην Ελλάδα το Καλοκαίρι του 1941, ο Πλαστήρας διέθετε πολλές ακόμα συμπάθειες στον πολιτικό χώρο. Από τη Νίκαια Γαλλίας όπου βρίσκονταν τότε λόγω υγείας, η φιλοδοξία του ήταν να βοηθήσει στην πραγμάτωση της εθνικής ενότητος του ελληνικού λαού. Με τις σκέψεις αυτές, στις 9 Σεπτεμβρίου 1941, θα στείλει στην Ελλάδα τον συνεργάτη του, τον Κομνηνό Πυρομάγλου για να πραγματοποιήσει τις επαφές με παράγοντες που είχαν ήδη προχωρήσει σε αντιστασιακές δραστηριότητες.
Μεταπολεμικά
Επιστρέφοντας στην Ελλάδα ο Πλαστήρας είχε πρωταγωνιστικό ρόλο στις εξελίξεις. Κατά τη διάρκεια των Δεκεμβριανών, σε συζήτηση που διεξήχθη μεταξύ των Σιάντου, Γεωργίου Παπανδρέου, Καφαντάρη, του Αρχιεπισκόπου Δαμασκηνού και του ίδιου, είχε έντονη λογομαχία με το Σιάντο. Ο Πλαστήρας αμφισβήτησε ανοικτά την προσφορά των ανταρτών του ΕΛΑΣ στην Εθνική Αντίσταση και στην απελευθέρωση κάνοντας λόγο για "ξεπάστρεμα όλων των δεξιών" και "κάψιμο χωριών". Ο Σιάντος εξανέστη φωνάζοντας "Δεν σας επιτρέπω να υβρίζετε τους ηρωικούς μας αντάρτες!" με τον Πλαστήρα να του ανταπαντάει "κάθισε κάτω ζαγάρι!".
Μετά τα «Δεκεμβριανά» του 1944 κλήθηκε να αναλάβει την κυβέρνηση ως προσωπικότητα ευρείας αποδοχής, στις 3 Ιανουαρίου 1945. Προσπάθησε να αποτρέψει τον Εμφύλιο πόλεμο, και συμμετείχε στην Συμφωνία της Βάρκιζας. Όμως τον Μάρτιο του 1945, μετά τη δημοσίευση στην εφημερίδα "Ελληνικόν Aίμα" φωτοτυπία της επιστολής του που κατά τη διάρκεια του πολέμου συνιστούσε κατάπαυση του πυρός με τη μεσολάβηση της Γερμανίας, ο τότε Αντιβασιλέας και Αρχιεπίσκοπος Δαμασκηνός ζήτησε την άμεση παραίτηση του Ν. Πλαστήρα και της κυβέρνησής του όπου και ακολούθησε στις 8 Απριλίου 1945.
Στη συνέχεια o Ν. Πλαστήρας, μετά την παραίτησή του, παρέμεινε στην Ελλάδα ασχολούμενος με την πολιτική.
Μετά την λήξη του Εμφύλιου ήταν πρωταγωνιστής στην πολιτική ζωή ως αρχηγός της ΕΠΕΚ. Το σύνθημά του ήταν η λέξη «Αλλαγή». Σχημάτισε δύο φορές κυβέρνηση συνασπισμού από κόμματα του κέντρου την περίοδο 1950-1952 (15 Απριλίου 1950 - 21 Αυγούστου 1950 και 1 Νοεμβρίου 1951 - 11 Οκτωβρίου 1952) που χαρακτηρίστηκε ως «κεντρώο διάλειμμα». Ως πρωθυπουργός άσκησε μετριοπαθή πολιτική με πλούσια δράση. Ασχολήθηκε με την εξάλειψη των συνεπειών του Εμφύλιου και την οικονομική και κοινωνική ανασυγκρότηση, με ένα σοσιαλδημοκρατικό πρόγραμμα εθνικοποιήσεων, κοινωνικών παροχών, διανομής γης στους ακτήμονες, χορήγησης ψήφου στις γυναίκες κλπ. Στη δεύτερη περίοδο της πρωθυπουργίας του συνεργάστηκε με το κόμμα των Φιλελευθέρων με αρχηγό τον Σοφοκλή Βενιζέλο. Λόγω της αναγκαστικής συνεργασίας και λόγω της πίεσης των ανακτόρων και των δεξιών κομμάτων αναγκάστηκε να συμβιβαστεί και να μην προχωρήσει την πολιτική της εθνικής συμφιλίωσης όσο θα ήθελε. Αρχικός του στόχος ήταν η κατάργηση των στρατοδικείων και η υπαγωγή των υποθέσεων στα τακτικά δικαστήρια, η κατάργηση των ειδικών αντικομμουνιστικών νόμων, η απελευθέρωση των εκτοπισμένων και η κατάργηση του θεσμού της διοικητικής εκτόπισης, η κατάργηση της θανατικής ποινής.
Εντούτοις, επί των κυβερνήσεών του η Ελλάδα εντάχθηκε στο ΝΑΤΟ, στάλθηκε εκστρατευτικό σώμα στην Κορέα και εκτελέστηκε το ηγετικό στέλεχος του ΚΚΕ Νίκος Μπελογιάννης. Τα γεγονότα αυτά και η απαίτησή του να στηριχτεί απ' την Αριστερά στις εκλογές, τις οποίες διεξήγαγε με πλειοψηφικό σύστημα, και κατά συνέπεια η Αριστερά θα καταδικαζόταν σε πολιτική εξαφάνιση, καθόρισε το σύνθημα του ΚΚΕ «τι Παπάγος, τι Πλαστήρας». Το κόμμα του διασπάστηκε, και με το σύνθημα της Αριστεράς «Τι Παπάγος, τι Πλαστήρας» και την Αμερική να υποστηρίζει την εκλογή του Παπάγου έχασε τις εκλογές στις 16 Νοεμβρίου 1952. Η υγεία του είχε ήδη κλονιστεί και πέθανε στις 26 Ιουλίου 1953. Στην κηδεία του δόθηκε επίσημος χαρακτήρας και παραβρέθηκαν ο βασιλιάς, όλος ο πολιτικός κόσμος και άνθρωποι απ’ όλα τα κοινωνικά στρώματα και απ’ όλα τα πολιτικά κόμματα, πράγμα ασύνηθες για την τότε ελληνική πραγματικότητα. Μίλησαν πολλοί επιφανείς πολιτικοί του φίλοι και αντίπαλοι. Οι σημαίες είχαν αναρτηθεί μεσίστιες με διαταγή του Παπάγου, και παλιοί στρατιώτες του εθεάθησαν να θρηνούν επάνω από τη σορό του.
Επιμύθιο
Ο Πλαστήρας θεωρείται ότι ήταν ικανότατος στρατιωτικός, τίμιος πολιτικός και υπόδειγμα ανθρώπου, και αγαπήθηκε πολύ από τον λαό. Γεγονότα που τον χαρακτήρισαν ήταν η διακριτική προσφορά του μισθού του σε φτωχούς, η άρνησή του να «βολέψει» από την θέση του τον άνεργο αδερφό του και το ότι πέθανε και ο ίδιος χωρίς ποτέ να αποκτήσει περιουσιακά στοιχεία.
Η διορισμένη από τους Βρετανούς, κυβέρνησή του το 1945 υπέγραψε την Συμφωνία της Βάρκιζας, μετά την παραίτηση του Γεωργίου Παπανδρέου την 1η Ιανουαρίου 1945. Η διορισμένη κυβέρνηση Πλαστήρα ήταν κυβέρνηση 95 ημερών μέχρι τις 8 Απριλίου 1945.
Η Καρδίτσα, ο συνοικισμός της Νέας Ερυθραίας Αθηνών και η Σχολή Μονίμων Υπαξιωματικών στα Τρίκαλα κοσμούνται με την προτομή του, η δε τεχνητή λίμνη του Ταυρωπού, που πρώτος αυτός "οραματίστηκε", βλέποντάς την όπως είχε δημιουργηθεί μετά από μεγάλες βροχοπτώσεις με τεράστιες καταστροφές που είχαν σημειωθεί στην περιοχή, ονομάστηκε προς τιμήν του, επί κυβερνήσεως Κ. Καραμανλή, Λίμνη Πλαστήρα. Επίσης ένα στρατόπεδο στη Λάρισα καθώς και το τρένο της Δυτικής Θεσσαλίας φέρουν το όνομά του. Στον τόπο καταγωγής του, το Μορφοβούνι, πραγματοποιούνται εδώ και δεκαετίες πολιτιστικές εκδηλώσεις με το όνομα «Πλαστήρεια» ενώ το 1994 δημιουργήθηκε το Κέντρο Ιστορικών Μελετών «Ν. Πλαστήρας» με διάφορα τμήματα, στόχος του οποίου είναι η δημιουργία μονογραφικού Μουσείου Πλαστήρα. Με την εφαρμογή του «σχεδίου Καποδίστριας» στην τοπική αυτοδιοίκηση, συστάθηκε Δήμος Πλαστήρα, ο οποίος περιλαμβάνει τα ανατολικά παραλίμνια χωριά. -
Αντώνης Σαμαράκης
μπορεί να μην γεννήθηκε στο Μορφοβούνι αλλά πέρασε πολλά από τα παιδικά του χρόνια και το επισκεπτόταν συχνά . Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1919 και σπούδασε Νομικά στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Εργάστηκε αρχικά στο Υπουργείο Εργασίας, θέση την οποία εγκατέλειψε μετά την επιβολή της δικτατορίας του Μεταξά, για να επανέλθει το 1945 μέχρι και το 1963. Κατά τη διάρκεια της ναζιστικής κατοχής συμμετείχε στην εθνική αντίσταση. Το 1944 συνελήφθη από τους Ναζί και καταδικάστηκε σε θάνατο, αλλά κατάφερε να αποδράσει.
Αντιστασιακή δράση ανέπτυξε και κατά τη δικτατορία. Στη Μεταπολίτευση δημοσίευσε πολλά κείμενα κοινωνικού και πολιτικού περιεχομένου. Το 1963 νυμφεύτηκε την Ελένη Κουρεμπανά.
Εργάσθηκε ως εμπειρογνώμων της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας των Ηνωμένων Εθνών σε πολλές χώρες για κοινωνικά θέματα και το 1989 ανακηρύχθηκε Πρεσβευτής Καλής Θέλησης της UNICEF για τα παιδιά του κόσμου.
Η πρώτη του ουσιαστική εμφάνιση στον λογοτεχνικό χώρο γίνεται το 1954 με την έκδοση της συλλογής διηγημάτων Ζητείται ελπίς. Είχαν προηγηθεί δημοσιεύσεις ποιημάτων στις αρχές της δεκαετίας του 1930. Πρόκειται για έναν από τους περισσότερο μεταφρασμένους Έλληνες πεζογράφους, καθώς τα έργα του έχουν μεταφραστεί σε περισσότερες από 30 γλώσσες.
Το έργο του Σαμαράκη έχει έντονο το στοιχείο της κοινωνικής καταγγελίας και αντικατοπτρίζει τις προσωπικές του ανησυχίες για το παρόν και το μέλλον της σύγχρονης κοινωνίας. Χρησιμοποίησε απλή γλώσσα και μη επιτηδευμένο ύφος και προσέγγισε τα θέματά του από μια έντονα ανθρωποκεντρική γωνία. Χαρακτηριζόταν από την αγάπη του για τους νέους. Δική του ιδέα ήταν η δημιουργία της Βουλής των Εφήβων, που οδήγησε στη διοργάνωση άτυπων συνεδριάσεων της Βουλής, όπου δίνεται ο λόγος σε νέους από όλη τη χώρα.
Ο Αντώνης Σαμαράκης έφυγε από τη ζωή στις 8 Αυγούστου του 2003. Σύμφωνα με επιθυμία του, το σώμα του δωρήθηκε στο Πανεπιστήμιο Αθηνών για έρευνες των φοιτητώv της Ιατρικής. -
Γιώργος Νάκος
Από τους αυθεντικότερους ερμηνευτές Δημοτικών τραγουδιών και ηθοποιός του μουσικού Θεάτρου. Γεννήθηκε το 1908 στο Μαυροβούνι (παλιό όνομα Βουνέσι) της Καρδίτσας και έζησε δύσκολα παιδικά χρόνια, διότι ο πατέρας του Μιχάλης πέθανε το 1913. Η χήρα με τα δύο παιδιά το Γιώργο και το Χρήστο εγκαταστάθηκε στο πατρικό της στα Φάρσαλα. Ο Γιώργος από μικρός αναγκάστηκε να δουλέψει, παραμελώντας το σχολείο. Εργαζόταν ως καρροποιός μέχρι το 1926, οπότε πήγε στην Αθήνα και δούλεψε σε ταβέρνα ως βοηθός. Το 1927 παρουσιάστηκε στο Στρατό και κατατάχτηκε στην Αστυνομία και συγκεκριμένα στην Αγορανομία Αθηνών. Παντρεύτηκε και απόκτησε δύο παιδιά, το Μιχάλη(1935) και τον Σόλωνα (1937) παιδί που σκοτώθηκε από Γερμανούς στην Κατοχή. Τραγουδούσε ερασιτεχνικά στις ταβέρνες και σιγά σιγά έγινε γνωστός. Σαν γλεντζές που ήταν έκανε ζωή ρεμπέτη και όχι αστυνομικού, τραγουδώντας κρυφά από την υπηρεσία του.Το 1935 κυκλοφορεί από την Colubia το κλέφτικο «Μωριάς», αναγνωρίζεται η μεγάλη αξία του και καθιερώνεται. Από μαγαζιά της Αθήνας δέχεται πολλές προτάσεις και διαπρέπει ως τραγουδιστής Δημοτικών και Ρεμπέτικων. Μεταξύ των άλλων εργάστηκε στην περίφημη ταβέρνα του Πίκινου όπου τραγουδούσε και ρεμπέτικα, χωρίς ωστόσο ποτέ να ηχογραφήσει. Συνεργάστηκε με όλους τους γνωστούς τραγουδιστές όπως είναι η Ρ. Εσκενάζη, Ρ. Αμπατζή, Κ. Ρούκουνας, Μαρίκα Πολίτισσα, Στ. Κηρομύτης, Π. Τσαουσάκης, αργότερα ο Στ. Καζαντζίδης και άλλοι μεγάλοι της εποχής του. Η ζωή του Νάκου αλλάζει με αφορμή ένα τυχαίο περιστατικό, το 1937 οπότε παραιτείται από την Αστυνομία για να ασχοληθεί με το μουσικό Θέατρο. Σε μια ταβέρνα ο Νάκος ευρισκόμενος σε κατάσταση ευθυμίας, μιμούνταν κάποιον μπεκρή της αγοράς. Εκεί έτυχε να τρώει ο γνωστός θιασάρχης Μακέδος, ο οποίος ευρισκόμενος σε αδιέξοδο (διότι αποχώρησε μετά από καυγά από το θίασο ο Ορέστης Μακρής που έπαιζε το ρόλο του μεθύστακα) πρότεινε στο Νάκο να αναλάβει το ρόλο. Έτσι βρέθηκε να κάνει στο Θέατρο το μπεκρή, ενώ παράλληλα τραγουδούσε Δημοτικά και Ρεμπέτικα τραγούδια. Έκανε πολλές περιοδείες με διάφορους θιάσους στην Αθήνα και την Πόλη στην οποία πέρασε αρκετό καιρό. Στα χρόνια της κατοχής συνεργάστηκε με τη Σοφία Βέμπο η οποία τραγουδούσε τα γνωστά της τραγούδια και ο Νάκος δημοτικά. Ο Νάκος είχε σπάνια φωνή, ωστόσο η μεταπήδηση στο Θέατρο, στέρησε το Δημοτικό τραγούδι από την απαράμιλλη ερμηνεία του. Η δισκογραφική του παραγωγή περιορίζεται σε περίπου 30 τραγούδια, από αυτά δύο είναι σχετικά με το ρόλο του μπεκρή. Τα Δημοτικά συμπεριλήφθησαν σε ειδικές εκδόσεις (επιλογές) αυθεντικών ερμηνευτών και κυκλοφόρησαν σε Ελλάδα, Ευρώπη και Αμερική. Έζησε ως πραγματικός ρεμπέτης, χαρίζοντας απλόχερα το ταλέντο του και τη ζωή του. Πέθανε στην Αθήνα στις 6/1 1981.
-
Δημήτρης Γιολδάσης
Γεννήθηκε το 1897 στο χωριό Βουνέσι Αγράφων (σημερινό Μορφοβούνι) με καταγωγή από τη Σαμαρίνα. Παρακολούθησε εγκύκλιες σπουδές στην Καρδίτσα και τα Τρίκαλα. Το 1914 εισέρχεται στην Σχολή καλών τεχνών και αποφοιτεί το 1921. Δάσκαλοί του ήταν ο Δημήτριος Γερανιώτης, Σπυρίδων Βικάτος και ο Γεώργιος Ιακωβίδης. Στη διάρκεια της φοίτησής του βραβεύτηκε αρκετές φορές με το Αβερώφειο βραβείο. Το 1922 εμφανίζεται για πρώτη φορά σε ομαδική έκθεση στο Ζάππειο. Ταξίδευσε σε Παρίσι Λονδίνο και Νέα Υόρκη. Από το 1966 ο ζωγράφος εγκαταστάθηκε μόνιμα στην Καρδίτσα. Το 1977 η Εθνική Πινακοθήκη οργάνωσε αναδρομική έκθεση και το 1982 του απονεμήθηκε το Αργυρούν Μετάλλιο της πόλης της Καρδίτσας . Το 1984 τιμήθηκε από το δήμο της Αθήνας με το Χρυσό Μετάλλιο της πόλης . Το 1989 η Ακαδημία Αθηνών του απονέμει βραβείο για το βιβλίο του «Η προσφορά μου στον Πολιτισμό» (στον άνθρωπο). Πέθανε στις 5 Φεβρουαρίου 1993 στην Καρδίτσα.